ΤΡΟΠΟΙ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΑΛΛΕΡΓΙΑΣ

Η αλλεργία σε φάρμακα μπορεί να εκδηλωθεί με δύο είδη αντιδράσεων: τις άμεσου τύπου (στις οποίες τα συμπτώματα εμφανίζονται εντός λίγων λεπτών μέχρι μία ώρα από τη λήψη του φαρμάκου) και τις επιβραδυνόμενου ή καθυστερημένου τύπου (εμφάνιση συμπτωμάτων εντός αρκετών ωρών από τη λήψη).

Άμεσου τύπου αντιδράσεις

Τα φάρμακα που είναι συνήθως υπεύθυνα για τις αλλεργικές αντιδράσεις άμεσου τύπου είναι τα αντιβιοτικά. Από αυτά συχνότερα ενοχοποιούνται η πενικιλλίνη και τα εξ αυτής προερχόμενα β- λακταμικά αντιβιοτικά όπως η αμοξυκιλλίνη, η αμπικιλλίνη και οι κεφαλοσπορίνες. Άλλη κατηγορία αντιβιοτικών που προκαλούν αλλεργίες είναι οι κινολόνες (π.χ. σιπροφλοξασίνη). Εκτός από τα αντιβιοτικά, και άλλα φάρμακα προκαλούν αλλεργικές αντιδράσεις άμεσου τύπου, με κυριότερα παραδείγματα τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (π.χ. ασπιρίνη), την ινσουλίνη, τα αναισθητικά φάρμακα (τοπικά και γενικά αναισθητικά) και τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται σε τεχνικές ακτινολογικής απεικόνισης (σκιαγραφικά φάρμακα).

Οι φαρμακευτικές αλλεργίες άμεσου τύπου collage of anaphylaxis symptomsεκδηλώνονται εντός λίγων λεπτών από τη χορήγηση του υπεύθυνου φαρμάκου (είτε από το στόμα, είτε με ένεση) με συμπτώματα από το δέρμα (κνίδωση με ή χωρίς αγγειοοίδημα, δηλαδή πρήξιμο), το πεπτικό σύστημα (πόνος στην κοιλιά, εμετός, διάρροια), το αναπνευστικό σύστημα (ρινική καταρροή, φταρνίσματα, βήχας, δύσπνοια, οίδημα λάρυγγα) και το κυκλοφορικό σύστημα (δηλαδή την πτώση στην πίεση του αίματος, που εκδηλώνεται ως ζάλη, εφίδρωση, λιποθυμία). Αν υπάρχει συνδυασμός συμπτωμάτων από 2 ή περισσότερα από τα προαναφερθέντα όργανα τότε πρόκειται για τη λεγόμενη αναφυλαξία ή αναφυλακτική αντίδραση, που μπορεί να φτάσει στην ακραία εκδήλωση του αλλεργικού σοκ, κατάσταση που είναι απειλητική για τη ζωή.

Στις άμεσου τύπου αντιδράσεις απαιτείται να έχει προηγηθεί προηγούμενη λήψη του φαρμάκου στο παρελθόν, προκειμένου να συμβεί η λεγόμενη ευαισθητοποίηση, δηλαδή ο οργανισμός να φτιάξει αντισώματα ειδικά για το φάρμακο αυτό. Συνεπώς είναι αδύνατο να συμβεί άμεσου τύπου αλλεργία κατά την πρώτη λήψη ενός φάρμακου, εκτός αν ο ασθενής εκτέθηκε έμμεσα στο φάρμακο αυτό μέσω μιας άλλης οδού (π.χ. αν και σπάνια, μπορεί να συμβεί ευαισθητοποίηση από κρέας που καταναλώθηκε και το οποίο προέρχεται από ζώα που είχαν θεραπευθεί με αντιβιοτικά). Επίσης στις αντιδράσεις αυτές τα συμπτώματα εμφανίζονται μετά από την πρώτη δόση του φαρμάκου (π.χ. αμέσως μετά από το πρώτο χάπι) και όχι, όπως είναι η κοινή πεποίθηση, οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι αλλεργία σε ένα φάρμακο πιθανά υποκρύπτει την πιθανότητα αντίδρασης και σε άλλα συγγενή φάρμακα της ίδιας οικογένειας.

Οφείλουμε συνεπώς να γνωρίζουμε ότι μετά από κάθε πιθανή φαρμακευτική αλλεργία άμεσου τύπου πρέπει να ακολουθεί εκτίμηση από ειδικό αλλεργιολόγο, ώστε να αναγνωριστεί το υπεύθυνο φάρμακο, να προταθούν ασφαλείς εναλλακτικές επιλογές και να αποφευχθεί ο κίνδυνος αναφυλαξίας από μελλοντική λήψη.

Αντιδράσεις επιβραδυνόμενου ή καθυστερημένου τύπου

Τα φάρμακα που ενοχοποιούνται συχνότερα για τις αλλεργικές αντιδράσεις επιβραδυνόμενου ή καθυστερημένου τύπου είναι τα αντιβιοτικά (β-λακταμικά, κινολόνες, σουλφοναμίδες), τα αντιεπιληπτικά φάρμακα, τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (π.χ. ασπιρίνη), τα αντιφυματικά και τα φάρμακα για το ουρικό οξύ (αλλοπουρινόλη).

Drug 2Οι φαρμακευτικές αλλεργίες επιβραδυνόμενου ή καθυστερημένου τύπου μπορεί να εκδηλωθούν οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια χορήγησης ενός φαρμάκου, είτε την πρώτη ημέρα λήψης είτε αργότερα, αλλά πάντοτε με χρονική καθυστέρηση πέραν της μίας ώρας από τη λήψη της δόσης. Στην περίπτωση αυτή δεν είναι απαραίτητο ο ασθενής να έχει ξαναπάρει το ίδιο φάρμακο στο παρελθόν, αφού η αλλεργική αντίδραση μπορεί να συμβεί ακόμα και κατά τη διάρκεια της πρώτης λήψης του φαρμάκου, αρκεί η χρονική διάρκεια της χορήγησης να είναι μεγάλη (συνήθως άνω του μήνα, πάντως το λιγότερο 2-3 εβδομάδες συνεχούς λήψης) ώστε να είναι δυνατή η ευαισθητοποίηση (δηλαδή η δημιουργία ειδικών κυττάρων που θα στραφούν εναντίον του φαρμάκου). Φυσικά, αν ο ασθενής έχει πάρει το ίδιο φάρμακο και στο παρελθόν η αλλεργική αντίδραση εμφανίζεται πιο γρήγορα στην επόμενη χορήγηση (συνήθως εντός λίγων ημερών από την έναρξη της αγωγής).

Τα συμπτώματα με τα οποία εκδηλώνονται οι αλλεργικές αντιδράσεις καθυστερημένου τύπου σε φάρμακα είναι πολλά και ταξινομούνται ανάλογα με το όργανο που προσβάλλεται.

Δέρμα: η αλλεργία σε κάποιο φάρμακο μπορεί να προκαλέσει τεράστια ποικιλία αντιδράσεων από το δέρμα, από απλό κνησμό (δηλαδή φαγούρα, προκαλείται συνήθως από αντισυλληπτικά και οπιοειδή αναλγητικά φάρμακα) μέχρι μια τεράστια ποικιλία εξανθημάτων (κηλιδοβλατιδώδη, αγγειιτιδικά, φυσαλιδώδη, νεκρωτικά κ.α.). Τα εξανθήματα αυτά μπορεί να είναι από εντελώς αθώα μέχρι να αποτελούν τμήμα της κλινικής εικόνας πολύ σοβαρών συνδρόμων φαρμακευτικής αλλεργίας (π.χ. σύνδρομο Stevens- Johnson/ TEN) και συνεπώς να είναι απειλητικά για τη ζωή.

Αιμοποιητικό σύστημα: η φαρμακευτική αλλεργία μπορεί να εκδηλωθεί ως καταστροφή των κυττάρων του αίματος. Ανάλογα με το είδος του κυττάρου που καταστρέφεται μπορεί να προκύψει αιμολυτική αναιμία (καταστροφή των ερυθρών αιμοσφαιρίων, με συμπτώματα αδυναμία, κόπωση, ζάλη), ουδετεροπενία (καταστροφή των λευκών αιμοσφαιρίων, με αποτέλεσμα ευπάθεια σε λοιμώξεις) και θρομβοπενία (καταστροφή των αιμοπεταλίων, με αποτέλεσμα την τάση για αιμορραγίες). Στις φαρμακευτικές αλλεργίες συχνά υπάρχει αύξηση σε μια ειδική κατηγορία των λευκών αιμοσφαιρίων που ονομάζονται ηωσινόφιλα (αυτή η αύξηση λέγεται ηωσινοφιλία).

Ήπαρ, νεφροί και πνεύμονες: τα όργανα αυτά μπορεί να είναι στόχος σε αντιδράσεις φαρμακευτικής αλλεργίας από αντιβιοτικά, αντιεπιληπτικά, αντιφυματικά, αντιϋπερτασικά και μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα.

Πυρετός: είναι δυνατό μια φαρμακευτική αλλεργία να εκφραστεί κλινικά μόνο με πυρετό, χωρίς εξάνθημα. Ο φαρμακευτικός πυρετός προκαλείται πιο συχνά από φάρμακα όπως είναι τα διουρητικά, τα αντιεπιληπτικά, τα αντιαρρυθμικά, τα αντιβιοτικά και τα αναλγητικά.

Στις φαρμακευτικές αντιδράσεις επιβραδυνόμενου Drug 4ή καθυστερημένου τύπου ανήκουν και ορισμένα «επώνυμα» σύνδρομα φαρμακευτικής αλλεργίας, άλλα σχετικά αθώα (π.χ. το σταθερό φαρμακευτικό εξάνθημα- Fixed Drug Eruption, FDE και η οξεία γενικευμένη εξανθηματική φλυκταίνωση, Acute Generalized Exanthematous Pustulosis, AGEP) και άλλα δυνητικά επικίνδυνα (Drug Rash with Eosinophilia and Systemic Symptoms, DRESS) ως πολύ επικίνδυνα και δυνητικά θανατηφόρα (σύνδρομο Stevens- Johnson και σύνδρομο TEN). Για το λόγο αυτό είναι απολύτως απαραίτητη η εκτίμηση από τον ειδικό αλλεργιολόγο, που θα εξετάσει τον ασθενή και θα αναγνωρίσει έγκαιρα τα σημάδια κινδύνου (π.χ. εμφάνιση διάχυτης ερυθρότητας του δέρματος ή επώδυνο δέρμα με προσβολή των βλεννογόνων όπως στόμα και μάτια), ώστε να προτείνει την έγκαιρη διακοπή του υπεύθυνου για την αντίδραση φαρμάκου και την αντικατάστασή του.

4.1/5 - (18 votes)
Print Friendly, PDF & Email