ΟΞΕΙΑ ΚΝΙΔΩΣΗ-ΑΓΓΕΙΟΟΙΔΗΜΑ

Η οξεία κνίδωση είναι μια πάθηση πολύ συχνή, αφού Πομφοίποσοστό περίπου 15-25% του γενικού πληθυσμού θα εμφανίσει τουλάχιστον ένα επεισόδιο οξείας κνίδωσης. Η οξεία κνίδωση προϋποθέτει εξ ορισμού χρονική διάρκεια εμφάνισης των εξανθημάτων μέχρι 6 εβδομάδες.

Χαρακτηρίζεται από την εμφάνιση πομφών («πετάλες» ή «καντήλες» ή «φλουμπέτες») που συνοδεύονται από έντονο κνησμό (φαγούρα) και έχουν χαρακτήρα μεταναστευτικό (δηλαδή, λίγες ώρες μετά την εμφάνισή τους, εξαφανίζονται για να επανεμφανιστούν αμέσως μετά σε γειτονικές περιοχές).

a-2Η κνίδωση και το αγγειοοίδημα που τη συνοδεύει οφείλονται στον ίδιο ακριβώς παθογενετικό μηχανισμό, απλώς στο αγγειοοίδημα οι αλλοιώσεις αφορούν βαθύτερες στιβάδες του δέρματος, και γι’ αυτό εμφανίζεται ως πρήξιμο. Συνεπώς η πάθηση κνίδωση- αγγειοοίδημα είναι ενιαία και σε ποσοστό περίπου 50% των ασθενών εμφανίζεται μόνο ως κνίδωση, σε 40% ως συνδυασμός κνίδωσης με αγγειοοίδημα και στο υπόλοιπο 10% ως αγγειοοίδημα μόνο, χωρίς κνίδωση.

Προσοχή: το αγγειοοίδημα που εμφανίζεται με κνίδωση δεν είναι πιθανό να προκαλέσει οίδημα ευαίσθητων δομών όπως η γλώσσα ή ο λάρυγγας και συνεπώς να οδηγήσει σε απόφραξη των αεροφόρων οδών. Αντίθετα, στο αγγειοοίδημα χωρίς κνίδωση επιβάλλεται να γίνεται έλεγχος για συμμετοχή του λάρυγγα, κατάσταση δυνητικά επικίνδυνη, η οποία, σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να οδηγήσει και σε οξεία αναφυλαξία (αλλεργικό shock).

a-3Η οξεία κνίδωση, συνοδευόμενη ή όχι από αγγειοοίδημα, μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα αλλεργικής αντίδρασης ή από άλλα αίτια. Ως αποτέλεσμα αλλεργικής αντίδρασης προκύπτει σε άμεση χρονική συσχέτιση (το πολύ εντός μιας ώρας, συνήθως εντός λίγων λεπτών) με την επαφή του ασθενούς με ουσία (τροφή, φάρμακο, τσίμπημα μέλισσας ή σφήκας κ.α.) στην οποία είναι αλλεργικός.

Για παράδειγμα, εάν ασθενής αλλεργικός στο αράπικο φιστίκι, καταναλώσει από απροσεξία ή από άγνοια (αν πρόκειται για πρωτοεμφανιζόμενη αλλεργία) τροφή με αράπικο φιστίκι, τότε εντός λεπτών θα εμφανίσει κνίδωση ή και αγγειοοίδημα. Στην περίπτωση αυτή η αντίδραση μπορεί να περιοριστεί στο δέρμα ή να συμπεριλάβει και άλλα όργανα του σώματος (όπως το έντερο με εμετούς, τους πνεύμονες με βήχα και δύσπνοια και να προκαλέσει πτώση στην πίεση του αίματος) οπότε η αντίδραση που προκύπτει ονομάζεται αναφυλαξία ή αλλεργικό shock.

Υπεύθυνη ουσία για όλες αυτές τις εκδηλώσεις είναι η ισταμίνη, που απελευθερώνεται από ειδικά κύτταρα του σώματος, τα σιτευτικά κύτταρα. Τονίζεται ότι η εκδήλωση μόνο κνίδωσης- αγγειοοιδήματος, εφόσον δεν επεκταθεί σε άλλα όργανα δεν είναι επικίνδυνη. Αν ωστόσο, η αντίδραση επεκταθεί και στα προαναφερθέντα όργανα είναι απαραίτητη η άμεση μεταφορά του ασθενούς σε νοσηλευτικό ίδρυμα για να λάβει την κατάλληλη θεραπεία με αδρεναλίνη.

Ωστόσο, η οξεία κνίδωση μπορεί να προκληθεί και από μη αλλεργικά αίτια. Η συχνότερη μη αλλεργική αιτία κνίδωσης είναι μια οξεία φλεγμονή του οργανισμού, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τις εμπύρετες ιώσεις σε παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας, κυρίως κατά τη διάρκεια των κρύων μηνών.

Στην περίπτωση αυτή η αιτία της κνίδωσης βρίσκεται στην υπερπαραγωγή από τον οργανισμό ουσιών (όπως παράγοντες του συμπληρώματος, προσταγλανδίνες και λευκοτριένια) που κατ’ αρχάς λειτουργούν συμβάλλοντας στην ενίσχυση της άμυνας, έχουν όμως ως παράπλευρη δράση την πρόκληση κνίδωσης.

Επίσης, κνίδωση μπορεί να προκληθεί και από φάρμακα, όχι μέσω αλλεργίας, αλλά μέσω αδρανοποίησης συγκεκριμένων οδών του μεταβολισμού ή μέσω ωσμωτικών μηχανισμών (με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα την ασπιρίνη, η οποία, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, προκαλεί μόνο οξύ αγγειοοίδημα και τα σκιαγραφικά μέσα που χρησιμοποιούνται στις ακτινολογικές εξετάσεις).

Η οξεία κνίδωση διαρκεί κατά μέσο όρο 7-10 μέρες και σπάνια υπερβαίνει τον ένα μήνα. Η διάγνωση γίνεται κλινικά από τον ειδικό αλλεργιολόγο, ο οποίος έχει την ευθύνη να αναγνωρίσει το υπεύθυνο αίτιο ανάμεσα στις πολλές πιθανές αιτίες και να διαχωρίσει μεταξύ αλλεργίας (που δυνητικά θα ξανασυμβεί στο μέλλον) και άλλων, περισσότερο ή λιγότερο, αθώων αιτίων κνίδωσης.

Αυτό είναι απολύτως κρίσιμο για να αποφευχθεί μια μελλοντική αντίδραση από τον ίδιο παράγοντα, η οποία μπορεί να είναι αυξημένης βαρύτητας, οδηγώντας σε αναφυλαξία.

Η θεραπεία της οξείας κνίδωσης- αγγειοοιδήματος συνίσταται στη χορήγηση αντιισταμινικών φαρμάκων, δηλαδή φαρμάκων που καταπολεμούν τον κύριο μεσολαβητή της κνίδωσης, που είναι η ουσία ισταμίνη.

Τα κορτικοστεροειδή (κορτιζόνη), αν και μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά σε κάποιες περιπτώσεις, είναι συνήθως περιττά, αφού το ίδιο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται με τα αντιισταμινικά, που είναι φάρμακα ασφαλή και δεν προκαλούν τις ανεπιθύμητες ενέργειες που προκαλεί η κορτιζόνη.

Λεπτομέρειες από εικόνες ασθενών με οξεία κνίδωση μπορείτε να δείτε κάνοντας κλικ στις παρακάτω φωτογραφίες:

4/5 - (21 votes)
Print Friendly, PDF & Email